Από πού να κρατηθείς όταν απειλείται η ίδια η ζωή στον
πυρήνα, το μεδούλι της; Όταν Παρασκευή βράδυ παρέα με τους φίλους σου,
χαζολογάς γύρω από ένα ποτήρι κρασί ευτυχισμένος που πάει τέλειωσε κι αυτή η
βδομάδα κι όμως δεν ξαναγυρνάς πίσω – παλικάρι ήσουν, μανούλα κι αγαπημένη
είχες - σφαχτάρι στα πυρά ενός φανατικού;
Από πού να κρατηθείς όταν ένα τρίχρονο πνίγεται εκεί - που
πριν από λίγο κολυμπούσες - ξεφεύγει από
τα χέρια του δόλιου πατέρα - Σύριου ναι, χωρίς ή με διαβατήριο τι σημασία έχει,
ξεριζωμένος, κυνηγημένος, πρόσφυγας ρε μην φοβάσαι να το πεις - άψυχο κορμάκι;
Από πού να κρατηθείς όταν ο παρηγορητικός λόγος της αγάπης
της θρησκείας έχει γίνει όπλο δολοφονικό στα χέρια φανατικών; Ποια προσευχή,
ποια οιμωγή, ποια απαντοχή;
Από πού να κρατηθείς όταν υπάρχει μία τόσο βίαιη – ποτέ δεν
ήταν τόσο αποτρόπαιη ανάμεσα στον απλό άνθρωπο, εσένα κι εμένα, μ’
αυτό που λέγεται ελίτ του κόσμου;